The library of St Panteleimon-Βιβλιοθήκη Αγίου Παντελεήμονος

Cranial Nerves for Medical Students: with clinical correlations (The brain, anatomy and function)<br />
by Dr. Michael M. NikoletseasStatistics for college students and researchers: Second Edition (Statistics Textbook) Paperback – December 31, 2020<br />
by Michael M Nikoletseas

Oxford University Library

Βιβλιοθήκη.

Μονή Ξυλουργού

Για τη Μονή του Ξυλουργού δεν έχουμε πληροφορίες σχετικά με τη βιβλιοθήκη της. Η μόνη μαρτυρία που έχουμε μέχρι τώρα είναι ένα πρακτικό παράδοσης-παραλαβής (Δεκέμβριος 1142), όπου καταγράφονται όλα τα κινητά αντικείμενα της Μονής και παραδίδονται στον νέο ηγούμενο Χριστοφόρο. Η καταγραφή αυτή είναι δημοσιευμένη από τον Πωλ Λεμέρλ (Archives de l'Athos 12 - Actes de Saint-Pantéléèmôn, Paris 1982, 7, 73–76). Σ’ αυτήν περιλαμβάνονται και μερικά έντυπα βιβλία, κυρίως όμως λειτουργικά: «Βιβλία ρούσικα· ἀπόστολοι ε΄, παρακλητικαὶ β΄, ὀκταήχοι ε΄, εἰρμολόγια ε΄, συναξάρια σ΄, παροιμίαι μία, μιναία ιβ΄, πατερικὰ β΄, ψαλτήρια ε΄, ὁ ἅγιος Ἐφρέμ, ὁ ἅγιος Παγκράτιος, ὁρολόγια ε΄, νομοκανὸν α΄».

Σύγχρονοι ερευνητές θεωρούν ότι όταν συντάχθηκε η απογραφή, το μοναστήρι διέθετε αντιγραφικό εργαστήριο. Ο ισχυρισμός αυτός στηρίζεται στο γεγονός πως στα περισσότερα λειτουργικά βιβλία καταγράφονται πολλαπλά αντίτυπα, καθώς για τις λειτουργικές ανάγκες ενός μοναστηριού κάτι τέτοιο θα ήταν περιττό.

Από τις εργασίες ταξινόμησης που έγιναν στη νέα Μονή Παντελεήμονος (2007–2009), εντοπίστηκαν 33 χειρόγραφοι κώδικες που προέρχονται από τη Μονή του Ξυλουργού.

Μονή του Θεσσαλονικέως

Οι καταλανικές επιδρομές στο Άγιο Όρος (1307–1309) αποδείχτηκαν εξαιρετικά καταστροφικές για τα μοναστήρια. Ο Δανιήλ Β΄, αρχιεπίσκοπος Σερβίας, ηγούμενος τότε της Μονής Χελανδαρίου, διηγείται πως το 1309 επισκέφτηκε το μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα για να συναντήσει τον πνευματικό του πατέρα. Ενώ βρισκόταν στο μοναστήρι κατέφθασαν οι Καταλανοί και άρχισαν να επιτίθενται με σφοδρότητα. Διαπέρασαν την πύλη της Μονής και πυρπόλησαν το Καθολικό και τα κελιά της. Όλα τα κτίρια της Μονής κάηκαν, σώθηκε μόνο ένας πέτρινος πύργος, όπου κατέφυγαν κάποιοι μοναχοί μαζί με τον Δανιήλ. Κατά την πυρκαγιά αυτή κάηκαν όλα τα κειμήλια της Μονής, χειρόγραφα, έντυπα, σιγίλια, επιστολές, κλπ. Σώθηκαν μόνο οκτώ Πράξεις (acta) στα ελληνικά από το 1030 έως το 1169. Προφανώς τα έγγραφα αυτά βρίσκονταν στον πύργο.

Η απώλεια αυτή επιβεβαιώνεται από τον Ανδρόνικο Β΄ Παλαιολόγο (1282–1328), που το 1311 γράφει πως οι μοναχοί έχασαν σε φωτιά τα αρχαία χρυσόβουλλα, όπως εκείνο του πατέρα του Μιχαήλ Η΄ (1261–1282), καθώς και άλλα έγγραφα, γι’ αυτό του ζητούν εκ νέου την έκδοση χρυσόβουλλου ώστε να είναι κατοχυρωμένη η κτηματική περιουσία της Μονής.

Η παράδοση αντιγραφής χειρογράφων καθώς και οι μεταφραστικές δραστηριότητες συνεχίστηκαν από τους Σέρβους μοναχούς της Μονής. Μεταξύ των γνωστών σήμερα λογίων είναι ο ηγούμενος Ησαΐας, ο οποίος το 1361 μετέφρασε τα έργα του ψευδο-Διονυσίου Αρεοπαγίτη, που συνόδευσε με εισαγωγή.

Το 1560 ο ηγούμενος Ιωακείμ συνέγραψε ένα δοκίμιο όπου περιγράφει τον τρόπο ζωής των αθωνιτών μοναχών. Το έργο αυτό συντάχθηκε μετά από αίτημα του Ρώσου Μητροπολίτη Μακαρίου (1528–1563).

Με τη Μονή συνδέεται και ο διάσημος αντιγραφέας ιερομόναχος Ματθαίος (1550–1624), πρωτοσύγκελος της Μεγάλης Εκκλησίας και μετέπειτα Μητροπολίτης Μύρων. Ο Ματθαίος βρισκόταν στη Μόσχα από το 1596 έως το 1597, όπου ασχολούνταν ιδίως με τη συγγραφή βιβλίων. Ένα από τα χειρόγραφά του, το Λειτουργικό (1599), βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της σημερινής Μονής Παντελεήμονα (Λάμπρος 2, Νο 426).

Επίσης ο Αρχιεπίσκοπος Ελασσώνος Αρσένιος (1550–1626), το 1620 απέστειλε από τη Μόσχα στη Μονή την έκδοση της Βασιλείας του 1538 του Παύλου Αιγινήτη «Medici optimi, libri septem», που είχε αποκτήσει το 1613: «ἐν ἔτη ζρκη΄: 1620: ταπεινὸς Ἀρσένιος ἀρχιεπίσκοπος Σουζδελίου καὶ Ταρουσίας τῆς μεγάλης Ρωσίας, καὶ πρώην Ἐλασσόνος καὶ Δημονίκου, τῆς δευτέρας τῶν Θετταλῶν ἐπαρχείας, στέλλω τὸ παρὸν ἰατρικὸν βιβλίον εἰς τὴν ἁγίαν μεγάλην μονὴν τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος καὶ ἰαματικοῦ Παντελεήμονος ἐν τῶ ἁγίω ὄρει ἀπὸ Μεγάλης Μοσχοβίας».

Τη βιβλιοθήκη της Μονής εμπλούτισε ο ηγούμενος Βαρλαάμ, που ήδη στα 1705 είχε τυπώσει στα ουκρανικά τις Ενθυμήσεις του. Τα πρώτα χρήματα και τα βιβλία που εξοικονόμησε ήταν το 1707, όταν επισκέφτηκε τον τσάρο Πέτρο Α΄ και τον ενημέρωσε για την ένδεια της Μονής. Το 1712 ήταν η δεύτερη φορά που πήγε στη Μόσχα και έλαβε ξανά και χρήματα και βιβλία.

Ο διάδοχος του Βαρλαάμ Κυπριανός, επίσης επισκέφτηκε τη Μόσχα, το 1720, και επέστρεψε με χρήματα, εκκλησιαστικά σκεύη και πολλά βιβλία.

Το 1744, ο Μπάρσκυ κατηγορεί τους Έλληνες μοναχούς ότι έχουν αποψιλώσει τη βιβλιοθήκη της Μονής. Λέει πως η βιβλιοθήκη διαθέτει ελάχιστους χειρόγραφους κώδικες και έντυπα βιβλία, ενώ οι Έλληνες μοναχοί πλήθος από αυτά, και μάλιστα όσοι μένουν στη Μονή είναι έτοιμοι να πουλήσουν και το τελευταίο κομμάτι.

Μονή Αγίου Παντελεήμονος

Στην αυλή της Μονής, σε αυτοτελές διώροφο οικοδόμημα, βρίσκεται η βιβλιοθήκη. Παρά τις πυρκαγιές των περασμένων αιώνων, στη βιβλιοθήκη σώζεται ένας μεγάλος αριθμός λυτών εγγράφων, χειρογράφων κωδίκων και εντύπων βιβλiων.

Το 1844, σύμφωνα με τον Ρώσο φιλόλογο Βίκτωρ Γρηγόροβιτς (1815–1876) που επισκέφτηκε τη Μονή, διέθετε μόνο 60 χειρόγραφους κώδικες και 500 έντυπα βιβλία: «Η βιβλιοθήκη του, τοποθετημένη σε ξεχωριστό κτήριο, είναι καινούργια, πρόσφατα συγκροτημένη, αλλά προσαρμοσμένη στις ανάγκες των μοναχών. Περιέχει έως και 500 βιβλία, όπου συμπεριλαμβάνονται παλαιές εκδόσεις των Πατέρων της Εκκλησίας και των Βυζαντινών ιστορικών. Τα χειρόγραφα φτάνουν τα 60, είναι γενικού θεολογικού περιεχομένου, για παράδειγμα διασώζουν συγγράμματα του Θεοφυλάκτου, του Διονυσίου Αρεοπαγίτη, του Μεγάλου Βασιλείου, κ.ά. Υπάρχουν μόνο έξι σλαβικά χειρόγραφα».

Μια χρονιά αργότερα, τον Αύγουστο του 1845, έφτασε στο Άγιο Όρος ο Πορφύριος Ουσπένσκι. Σε οκτώμιση μήνες επισκέφθηκε και τα 20 μοναστήρια, τις επτά σκήτες και κάποια κελιά. Στα κείμενά του περιγράφει με λεπτομέρειες τις εργασίες του σχετικά με τα χειρόγραφα και τις εικόνες και θεωρεί πως η έκδοση πολλών κωδίκων είναι ικανή να αλλάξει την επιστήμη. Σε μια επιστολή του προς τον Αλέξανδρο Τολστόι (1801–1873), με ημερομηνία 4.10.1858, αναφέρει τα ακόλουθα αναφορικά με τη βιβλιοθήκη της Μονής του Αγίου Παντελεήμονα: «Μέχρι σήμερα στην Εσφιγμένου και το Ρωσικό έχω μελετήσει πλήρως 80 αρχαία ελληνικά και σλαβονικά χειρόγραφα και συνέκρινα προσεκτικά τις ποικίλες εκδοχές τμημάτων της Παλαιάς Διαθήκης που περιέχονται στο χειρόγραφο ελληνικό Μηναίο του 14ου αιώνα, στις σημερινές έντυπες εκδόσεις των Μηναίων, ελληνικών και σλαβονικών, και στην έκδοση της Βίβλου τουTischendorf (1850)». Από αυτό το κείμενο αποκτούμε μια αμυδρή εικόνα για τα λειτουργικά βιβλία της Μονής του Αγίου Παντελεήμονα.

Κατά τη δεύτερη επίσκεψή του, ο Ουσπένσκι, σημείωσε στο ημερολόγιό του: «23 Απριλίου 1861. Πάσχα. Στη Μονή Παντελεήμονα. Κατά τη διάρκεια του Εσπερινού, 20 ιερομόναχοι διάβασαν το καθιερωμένο απόσπασμα από το Ευαγγέλιο, εκτεινόμενοι σε ευθεία γραμμή από την Αγία Τράπεζα μέχρι τις δυτικές πόρτες του ναού. Καθένας τους κρατούσε στα χέρια του από ένα τυπωμένο Ευαγγέλιο επενδυμένο με βελούδο και ασημόχρυσες εικόνες. Οι Ρώσοι μοναχοί είναι πλούσιοι!».

Ωστόσο, ο πλούτος αυτός περιοριζόταν σε έντυπα κυρίως βιβλία και μάλιστα των τελευταίων χρόνων. Η εκτίμηση για το περιεχόμενο της βιβλιοθήκης αναφορικά με τους χειρόγραφους κώδικες και τα χρυσόβουλα είναι απογοητευτική: «Η βιβλιοθήκη της ρωσικής μονής είναι πολύ φτωχή. Στο παρελθόν εξαιτίας αναταραχών που άγγιξαν το Άγιο Όρος, και κατά την προσωρινή ερήμωση της μονής, τα περισσότερα από τα βιβλία και τα χειρόγραφα λεηλατήθηκαν, αλλά... διασώθηκαν τα καλύτερα και πολυτιμότερα, τα ιερά λείψανα και περισσότερες από 50 βασιλικές και άλλες επιστολές, μεταξύ των οποίων και 4 επιστολές Ρώσων τσάρων, του Θεοδώρου Ιωάννοβιτς (7100, 5 Σεπτεμβρίου), του Μιχαήλ Φεοντόροβιτς (7134, 29 Ιουλίου), του Αλεξέι Μιχαήλοβιτς (7168, 29 Φεβρουαρίου), του Ιωάννη και Πέτρου Αλεξέεβιτς (7198, 31 Μαΐου) και μία του Πατριάρχη Ρωσίας Ιώβ (7099, 6 Μαρτίου).

Στο επόμενο διάστημα, με πρωταγωνιστή τον Λεωνίδα Κάβελιν (1822–1891), εκδίδεται μια σειρά από έγγραφα της Μονής. Ένα μέρος των εγγράφων δημοσιεύτηκε το 1867 στο Историческое обозрение Руссика (Херсонские епархиальные ведомости). Στη συνέχεια, το 1868, στον 24ο τόμο του Гласника, δημοσιεύτηκαν ολόκληρες 18 επιστολές (15 Σέρβων και 3 Βλάχων ηγεμόνων). Τέλος, το 1873, στο Κίεβο, με δαπάνες της ίδιας της Μονής, εκδόθηκαν οι «Πράξεις της Ρωσικής Μονής του Αγίου Παντελεήμονος στον ιερό Άθωνα» (Акты русского на Святом Афоне монастыря Святого Пантелеимона), 86 συνολικά εγγραφές. Η δημοσίευση έγινε σε υψηλό επιστημονικό επίπεδο: τα ελληνικά και τα ρουμανικά κείμενα είχαν παράλληλες μεταφράσεις στα ρωσικά, πολλά από τα έγγραφα συνοδεύονταν από επεξηγηματικές σημειώσεις και στην αρχή του βιβλίου υπήρχε μια σύντομη ιστορία της Μονής.

Την περίοδο της ηγουμενίας του Μακάριου (1875–1889), η Μονή διεξήγαγε εκτεταμένες εκπαιδευτικές και εκδοτικές δραστηριότητες, διανέμοντας στους πιστούς εκατομμύρια φυλλάδια, μπροσούρες και βιβλία θρησκευτικού και ηθικού περιεχομένου. Από αυτή την περίοδο έχουμε τη μαρτυρία ενός προσκυνητή: «Η Βιβλιοθήκη προκαλεί ευχάριστη εντύπωση με την καθαριότητα και την τάξη της, όπου μακριές βιβλιοδετημένες σειρές κρυφοκοιτάζουν πίσω από το τζάμι. Υπάρχουν έντυπα βιβλία για όλους τους κλάδους της ανθρώπινης γνώσης. Το τμήμα των χειρογράφων είναι λιγότερο εκτεταμένο και ενδιαφέρον από ό,τι σε άλλα μοναστήρια του Άθω. Πιθανότατα είναι αποτέλεσμα των διαφωνιών που συνέβησαν πρόσφατα μεταξύ Ελλήνων και Ρώσων. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, συνειδητοποιώντας τη μεγάλη αξία των αρχαίων γραπτών μνημείων, οι μοναχοί είναι πρόθυμοι να αγοράσουν χειρόγραφα, εάν διατεθούν προς πώληση από άλλες μονές του Άθω. Απλώς δεν ξέρω αν τέτοιες αγορές είναι επιτυχημένες, ειδικά επειδή δεν υπάρχουν καθόλου ειδικοί που θα μπορούσαν να αξιολογήσουν μιαν αγορά. Συναντήσαμε έναν βιβλιοθηκονόμο, τον πατέρα Ματθαίο, ο οποίος φαίνεται να γνωρίζει απέξω όλους τους καταλόγους και τους τίτλους των βιβλίων της βιβλιοθήκης που του εμπιστεύτηκαν» [Για τον βιβλιοθηκάριο Ματθαίο ακολουθεί ξεχωριστό κεφάλαιο].

Το 1880 οι κώδικες ανέρχονται στους 264, και το 1895 ο Σπυρίδων Λάμπρος καταγράφει 1.027, με 99 από αυτούς περγαμηνούς. Η αύξηση αυτή προήλθε κυρίως από αγορές της Μονής από διάφορους κελιώτες μοναχούς, κυρίως Έλληνες, οι οποίοι πωλούσαν τους περγαμηνούς κώδικες έναντι 10–30 λιρών, καθώς «εκ διαφόρων άλλων βεβήλων Μοναχών», όπως χαρακτηριστικά λέει ο Γεράσιμος Σμυρνάκης (1862–1935).

Στις αρχές του 20ού αιώνα οι κώδικες έφτασαν τους 1.500 χάρη στις προσπάθειες του βιβλιοφύλακα Ματθαίου. Στις 31.7.1908 ο Πετί, σε επιστολή του προς τον Ματθαίο, τον ενημερώνει για τα βιβλία που αγόρασε ο ίδιος για εκείνον στη Φλωρεντία και προγραμματίζει να τα στείλει με Γάλλους προσκυνητές.

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου η Μονή είναι απομονωμένη από τη Ρωσία. Υπάρχει μια σύντομη μαρτυρία αυτής της περιόδου από τον Σκωτσέζο Σίντνεϋ Λοχ, ο οποίος επισκέφτηκε τη βιβλιοθήκη της Μονής εκείνα τα χρόνια: «αρκετές σλαβικές περγαμηνές, δεκάδες σλαβικά εκκλησιαστικά βιβλία που γράφτηκαν πριν από τον 19ο αιώνα και ένα σημαντικό ποσοστό σύγχρονης θεολογικής λογοτεχνίας».

Κατά τα τέλη του 20ού αιώνα, εκτός από τα 25.000 έντυπα βιβλiα καταμετρώνται και 1.920 χειρόγραφοι κώδικες (1.320 στα ελληνικά και 600 στα σλαβονικά), από τους οποίους οι 110 είναι περγαμηνοί.

Τον Απρίλιο του 2007 ξεκίνησε η συγκέντρωση σε ενιαίο αποθετήριο και η καταλογογράφηση του αποθέματος της βιβλιοθήκης (έντυπου και χειρόγραφου), που ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 2009. Επρόκειτο για μια συστηματική εργασία αναζήτησης, συλλογής και κατόπιν συστηματοποίησης του αρχειακού υλικού από ομάδα εργασίας με επικεφαλής τον ιερομόναχο Μακάριο (Μακιένκο).

Κατά τις πυρκαγιές και διάφορες φυσικές καταστροφές του παρελθόντος, οι μοναχοί που διέσωσαν τα έγγραφα και τα βιβλία τα διέσπειραν σε διάφορα σημεία της Μονής. Διασπάστηκε έτσι πλήρως η θεματική ταξινόμηση και η χρονολογική σειρά τους. Ως εκ τούτου, το υλικό που συγκεντρώθηκε το 2007 ήταν ένας πελώριος συμφυρμός από έγγραφα. Κάθε βιβλίο και κάθε έγγραφο καθαρίστηκε με σύγχρονες μεθόδους επεξεργασίας, ώστε να απαλλαγεί από έντομα και προνύμφες, ενώ παράλληλα κατασκευάστηκε ειδικός χώρος, εξοπλισμένος με σύγχρονα βιβλιοστάσια και ερμάρια για έγγραφα, όπου εξασφαλίστηκε σταθερή θερμοκρασία (18° C) και υγρασία (περίπου 55%). Συγχρόνως ταξινομήθηκε συστηματικά το ετερογενές υλικό: πραγματοποιήθηκε περιγραφή του υλικού, χρονολόγηση, καταλογογράφηση, ψηφιοποίηση ιδιαίτερα πολύτιμων και ευαίσθητων χειρογράφων και δημιουργία βάσης δεδομένων.

Σήμερα, οι εργασίες αυτές έχουν ολοκληρωθεί, ενώ εκδόθηκε και σχετικός κατάλογος 543 σελίδων με πλούσια εικονογράφηση (Каталог архивного фонда Русского Свято-Пантелеимонова монастыря на Афоне, 2015).

Βάσει αυτής της μελέτης, τα χειρόγραφα της Μονής ανέρχονται πλέον σε 2.399 τίτλους και τα έντυπα σε 42.640 τίτλους.

Source https://www.aboutlibraries.gr/libraries/handle/20.500.12777/lib_105

Average: 5 (1 vote)

Add new comment

Plain text

  • No HTML tags allowed.
  • Lines and paragraphs break automatically.